«Εργο τέχνης». Ετσι χαρακτήρισε τον βομβαρδισμό της Δρέσδης, τον Φεβρουάριο του 1945 από τους Συμμάχους, ο Κερτ Βόνεγκατ, με το γνωστό μαύρο χιούμορ του. Ηξερε για τι μιλούσε. Ηταν εκεί. Αιχμάλωτος πολέμου, κλεισμένος στο υπόγειο Σφαγείο υπ’ αριθμ. 5. Μπορούσε να νιώσει μόνο τις συνεχείς δονήσεις στο έδαφος. Αμέσως μετά, οι Γερμανοί τον ανέβασαν στην επιφάνεια για να βοηθήσει στην ταφή των νεκρών. «Ηταν όμως τόσο πολλά τα πτώματα», σχολίασε ο Βόνεγκατ, «που τελικά έφεραν κάτι τύπους με φλογοβόλα. Ολες αυτές οι σοροί των σκοτωμένων πολιτών έγιναν στάχτη».
Ο Βόνεγκατ ήταν τότε 23 ετών. Κατά τη μάχη των Αρδενών, τέλη του 1944, πιάστηκε αιχμάλωτος και η μοίρα τον έφερε στην τραγική Δρέσδη, η οποία έφερε κάμποσα χρόνια μετά, το 1969, το μυθιστόρημα με το οποίο έγινε διάσημος: «Σφαγείο Νο 5». Αλληγορία επιστημονικής φαντασίας, παραβολή γεμάτη μαύρο χιούμορ, με εξωγήινους και ταξίδια στον χρόνο, στο επίκεντρο της οποίας παραμένουν τα καρβουνιασμένα πτώματα της Δρέσδης.
«Λογικό που το βιβλίο έγινε το «ευαγγέλιο» των φιλειρηνιστών και των βετεράνων του Βιετνάμ», σχολιάζει ο κύριος Γκρι. Σήμερα, περιλαμβάνεται στη λίστα των 100 σημαντικότερων αμερικανικών μυθιστορημάτων.
Ο Βόνεγκατ δούλεψε στις δημόσιες σχέσεις και στη διαφήμιση, και οι δημοσιογράφοι τον ρωτούσαν αν η δουλειά «τού έτρωγε το ταλέντο σαν το σαράκι». «Οχι», απαντούσε εκείνος. «Αυτά είναι ρομαντισμοί – το ότι η δουλειά καταστρέφει την ψυχή του συγγραφέα», τονίζοντας ότι μόνον ένα πράγμα δεν αντέχουν οι συγγραφείς: να χάνουν τον χρόνο τους – που δεν είναι απαραίτητα ταυτόσημο με το να κάνουν μια βιοποριστική εργασία. Είναι και αυτό, με τον τρόπο του, ένα μάθημα δημιουργικής γραφής.
Ισως όμως το κορυφαίο μάθημα δημιουργικής γραφής για τον Βόνεγκατ να ήταν η Δρέσδη. Αλλά όχι μόνον αυτή. Ενόσω υπηρετεί στο ευρωπαϊκό μέτωπο του πολέμου, η μητέρα του αυτοκτονεί. Η μελαγχολία θα γίνει η ισόβια φίλη του συγγραφέα. «Το παιδί μιας αυτόχειρος πολύ φυσιολογικά θα σκεφτεί ότι ο θάνατος είναι η λύση σε κάθε πρόβλημα», σχολιάζει. Το 1985 θα προσπαθήσει και ο ίδιος να τερματίσει τη ζωή του καταπίνοντας χάπια. Επέζησε όμως και από αυτό. Ενα ακόμη μάθημα δημιουργικής γραφής – ίσως.
Προς το τέλος της ζωής του είχε κουραστεί με το γράψιμο. «Παλιά, ο στρατός με ανάγκασε να συνεχίσω επειδή ήξερα καλά να δακτυλογραφώ, οπότε δακτυλογραφούσα τα απολυτήρια των άλλων. Και αυτό που αισθανόμουν ήταν, “σας παρακαλώ, έκανα όλα όσα ήταν να κάνω. Μπορώ να πάω σπίτι μου τώρα;”. Αυτό ακριβώς αισθάνομαι και τώρα. Εγραψα βιβλία. Πολλά. Σας παρακαλώ, έκανα όλα όσα είχα να κάνω. Μπορώ να πάω σπίτι μου τώρα;».
Στις 11 Απριλίου 2007 ο Κερτ Βόνεγκατ «πήγε επιτέλους σπίτι του». So it goes, όπως έγραφε όταν στα βιβλία του αναφερόταν στον θάνατο κάποιου. So it goes. Ετσι πάει το πράγμα.